- κερδομανής
- -έςαυτός που επιζητεί το κέρδος με μανία, φιλοκερδής μέχρι μανίας, υπερβολικά φιλοχρήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. < κέρδος + -μανής (< θ. μαν- τού μαίνομαι, προβλ. παθ. αόρ. β' ε-μάν-ην), πρβλ. γυναι-μανής, ιππο-μανής].
Dictionary of Greek. 2013.